Βαγδάτη
όλη την ημέρα πέταγαν ελικόπτερα πάνω από την πόλη,
το μπαλκόνι γεμάτο στάχτες,
μια καπνίλα στην αέρα.
ποτέ δεν είναι νωρίς
όλη την ημέρα πέταγαν ελικόπτερα πάνω από την πόλη,
το μπαλκόνι γεμάτο στάχτες,
μια καπνίλα στην αέρα.
Κάθεσαι στην παραλία. Βράδυ. Το κορίτσι αγκαλιά. Φυσάει και αέρας. Τα πόδια στην άμμο, τα μάτια στ’ αστέρια. Χωρίς σοβαρές έγνοιες.
Πριν δυο ώρες έμαθες για δυο περιστατικά σε γνωστά άτομα. Λευκαιμία και διαβήτης τύπου Α. Σε νέα κοπέλα, σε μικρό παιδί.
Φιλιέσαι. Επιστρέφεις σπίτι. Τρως το καρπούζι. Γράφεις στο μπλογκ. Κάνεις τη δυστυχία του άλλου συγκίνηση. Βάζεις το τραγούδι το αργό να παίζει. Και πέφτεις για ύπνο.
Κάπου πιο μακριά, κάποιος τρυπάει το παιδί του καθημερινά μέχρι να βρει τη σωστή δόση ινσουλίνης. Μια κοπέλα κάνει τη δεύτερη χημειοθεραπεία της. ‘‘Να γραφτούμε δότες μυελού των οστών.’’
Αύριο θα πας και για μπάνιο. ‘‘Θέλω να φτάσω τα τριάντα - τα μετράω!’’
Το δεκαπενταύγουστο κανονίζεις για βόλτα στον Ταΰγετο με τα ποδήλατα.
Ζωή και αρρώστια μαζί. Κλειδιά στον ίδιο κρίκο.
Πριν τα ποδήλατα να ανάψω ένα κερί.
Τουλάχιστον αυτό.
Με το φίλο Γιάννη το είχαμε συζητήσει πολλές φορές και συμφωνούσαμε: Περιμέναμε να δούμε πότε θα περάσει αυτή η γελοία μόδα με τα γυαλιά ηλίου-μάσκα. Δείχνει άσχημα τα γυναικεία πρόσωπα, κρύβει τους ανθρώπους και τους κάνει να φαίνονται σαν μόλις να κατέβηκαν από το διαστημόπλοιο - ειδικά αυτούς που έχουν και ένα υπεροπτικό υφάκι.
"Δεν πάει άλλο. Μια αηδία και μισή".
"Οι γυναίκες είναι ικανές να φορέσουν τα πάντα αρκεί να είναι στη μόδα".
Όμως,
μόλις είδα και τα μάτια της αγαπημένης να φορούν τα γυαλιά-μάσκα, σαν να άλλαξα κάπως γνώμη.
Α ρε έρωτα πώς μας ξεφτιλίζεις έτσι.